Αρχαία Ιστορία |
Το όνομα της Αρκαδίας
Αναφορικά με την προέλευση του ονόματος της Αρκαδίας υπάρχουν αρκετές εκδοχές. Από αυτές οι επικρατέστερες είναι οι παρακάτω:
Βίβιαν Ευθυμιοπούλου - Δ. Ιστορίας
Ιωάννης Ασημακόπουλος - Δημοσιογράφος Προϊστορικοί και Πρωτοϊστορικοί χρόνοι Κατά τους προϊστορικούς χρόνους τα ίχνη της Ιστορίας αναζητούνται στον περίπλοκο και πλανερό δρόμο των μύθων, όπου είναι φυσικό να θάλλουν τα ερωτηματικά. Οι Αρκάδες, πάντως, διεκδικούν για τον τόπο τους πολλές περγαμηνές: εδώ έγινε η γιγαντομαχία, γεννήθηκε ο Δίας και οι περισσότεροι θεοί του δωδεκαθέου, έδρασε ο Ηρακλής, μαρτύρησε ο Προμηθέας, ετάφη ο Ορέστης και η Πηνελόπη, επήλθε το τέλος των περιπλανήσεων του Οδυσσέα, όταν επιτέλους βρήκε έναν τόπο όπου οι κάτοικοι δεν γνώριζαν τι εστί κουπί… Οι Αρκάδες υποστηρίζουν, ακόμα, ότι η Αρκαδία είναι η κοιτίδα του πολιτισμού, αφού στον γενάρχη τους Πελασγό αποδίδεται η πρώτη κατασκευή μόνιμων κατοικιών και η διδασκαλία για την επιλογή των βρώσιμων χόρτων και καρπών, μεταξύ των οποίων και η φηγός, ένα είδος βαλανιδιών, που πρόσθεσε στους Αρκάδες το προσωνύμιο «βαλανηφάγοι». Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που ο μύθος, εν συνεχεία, αποδίδει την τιμή της ίδρυσης της Αυκόσουρας –της πρώτης πόλης υπό τον ήλιο– στο γιο του Πελασγού Λυκάονα, που είναι εισηγητής και των αρχαιότατων αγώνων, των Λυκαίων. (Ο μύθος πάντως, πρέπει να υποκρύπτει και κάποια δόση αλήθειας, αν συνδυαστεί με το ρηθέν υπό του Αριστοτέλους, που θεωρεί την «κατά κώμας εγκατάσταση των Αρκάδων ως έμβρυο της πολιτικής ζωής».) Από τους πενήντα γιους του Λυκάονα θα πάρουν τα ονόματά τους οι σημαντικότερες πόλεις της Αρκαδίας, αλλά η μονάκριβη κόρη του Καλλιστώ επέπρωτο να είναι αυτή από την οποία θα προέκυπτε –σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή– η μετονομασία της πρώην «Πελασγίας» ή «Απίας» χώρας σε «Αρκαδία». Και ιδού πως: Ο Δίας, ανταποκρινόμενος στην επιθυμία όλων των Ελληνικών Φυλών να αποκαλούνται διογενείς, «αναγκάσθηκε» να ερωτευθεί πολλές ωραίες κόρες. Αντικείμενο του πόθου του υπήρξε και η Καλλιστώ, πράγμα που σήμαινε, κατ’ ακολουθίαν, πως έμπαινε και στο στόχαστρο της ζηλοτυπίας της Ήρας, η οποία την μεταμόρφωσε σε άρκτο. Τη λύτρωση της Άρκτου-Καλλιστούς ανέλαβε πρώτα η Άρτεμις που της χάρισε το θάνατο και έπειτα ο Δίας που τη μεταμόρφωσε σε αστερισμό, τη γνωστή Μεγάλη Άρκτο. Καρπός του έρωτα αυτού ήταν ο Αρκάς, επί των διαδόχων του οποίου αρχίζει βαθμηδόν να υποχωρεί η αχλύς των μύθων και να αναδύονται, μέσα από τους υπαινικτικούς ψιθύρους, τα πρώτα ψελλίσματα της ιστορικής αλήθειας. Με μια σχετικά μεγαλύτερη ασφάλεια, πλέον, στηριζόμενοι στις ιστορικές μαρτυρίες και στην καταγωγή των τοπωνυμιών, μπορούμε να παρακολουθήσουμε, για παράδειγμα, τις μετακινήσεις των Αρκάδων. Από το μακρύ κατάλογο των εγκαταστάσεών τους στις περιοχές γύρω από τη λεκάνη της Μεσογείου αποσπούμε δύο περιπτώσεις: Πρώτα, τον –για πολλούς– βέβαιο, εποικισμό του Παλλατίνου λόφου της Ρώμης από Αρκάδες, με επικεφαλής τον Εύανδρο που ξεκινά από το Παλλάντιο της Μαντινείας κι έχει ένα γιο επονομαζόμενο Πάλλαντα. Η Εμφανής ετυμολογική συγγένεια μεταξύ Παλλατίνου – Παλλαντίου – Πάλλαντος μπορεί να πλάθει εκ των υστέρων ένα μύθο –χρήσιμο για τους αναζητούντες δάφνες υψηλής καταγωγής Ρωμαίους– αλλά μπορεί και να τεκμηριώνει ένα ιστορικό γεγονός, αν ληφθεί παράλληλα υπ’ όψιν και η μαρτυρία του Πλουτάρχου, που θεωρεί ότι ο μύθος της Λύκαινας – τροφού των ιδρυτών της Ρώμης, είναι μίμηση προγενεστέρου Αρκαδικού. Η δεύτερη περίπτωση αφορά την πορεία του Τεγεάτη Αγαπήνορος, που έλαβε μέρος στην εκστρατεία κατά της Τροίας επικεφαλής 50 «νηῶν», όπου επέβαιναν, κατά τον Όμηρο, «ἀνέρες ἀγχιμαχηταί», «ἐπιστάμενοι πολεμίζειν» προερχόμενοι από 9 Αρκαδικές πόλεις. Μετά την άλωση της Τροίας ο Αγαπήνωρ, θύμα κι αυτός της οργής του Ποσειδώνος, φτάνει στην Κύπρο και γίνεται οικιστής της Πάφου. H στενή συγγένεια του Αρκαδικού και του Κυπριακού γλωσσικού ιδιώματος έρχεται να δώσει στο μύθο του Αγαπήνορος την ιστορική του διάσταση.Κι ενώ, απ’ τη μια μεριά, Αρκαδικοί εποικισμοί πραγματοποιούνται σε Βορρά και Νότο, Ανατολή και Δύση, απ’ την άλλη η μητρόπολη, η Αρκαδία, μένει απρόσβλητη από τους ποικίλους επιδρομείς. Ούτε η μεγάλη «κάθοδος» των Δωριέων δεν απειλεί το «αὐτόχθονον» των Αρκάδων. Ο μύθος λέει ότι τον κίνδυνο τον απέτρεψαν τότε οι Αρκάδες με την μέθοδο του… προξενιού. Ο Αρκάς βασιλιάς Κύψελος, όταν έμαθε ότι ο Δωριεύς συνάδελφός του Κρεσφόντης ήταν άγαμος, τον έπεισε να παντρευτεί την κόρη του Μερόπη κι έτσι γλίτωσε η Αρκαδία. Λογικότερο, βέβαια, είναι να δεχθούμε πως το έδαφος της δεν αποτελούσε ελκυστική περίπτωση για όσους αναζητούσαν εύφορες περιοχές για την εγκατάστασή τους. Γι’ αυτό και δεν απέφυγε τις συχνές αναστατώσεις η πλησία γη της Τεγέας, την οποία υπέωλεπαν διαρκώς οι Δωριείς της Λακεδαίμονος. Η πρώτη τους επιδρομή επιχειρήθηκε το 790 π.Χ., όταν βασίλευε στην Αρκαδία ο Πολυμήστωρ και στη Σπάρτη ο Χάριλλος. Οι Σπαρτιάτες γνώρισαν τότε την οδύνη της ήττας –οφειλόμενη, εν πολλοίς, στον ηρωισμό που επέδειξαν οι γυναίκες της Τεγέας– και αποδείχθηκε για μια ακόμα φορά πως δεν έπρεπε να δίνονται επιπόλαιες ερμηνείες στους χρησμούς της Πυθίας, η οποία, εν προκειμένω, είχε απαντήσει στο ερώτημα του Χάριλλου, για το πώς μπορεί να υποταχθεί η Αρκαδία:
«Ἀρκαδίην μ’ αἰτεῖς· μέγα μ’ αἰτεῖς οὔ τοι δώσω.
πολλοί ἐν Ἀρκαδίη βαλανηφάγοι ἄνδρες ἔασιν, οἵ σ’ ἀποκολύσουσιν. Ἐγὼ δέ τοι οὔτι μεγαίρω· δώσω τοι Τεγέην ποσσίκροτον ὀρχήσασθαι καὶ καλὸν πεδίον σχοίνῳ διαμετρήσασθαι»
Μου ζητάς την Αρκαδία,
δηλαδή ζητάς τα πάντα, κι εγώ δε θα σου τη δώσω. Πολλοί τα βελανίδια τρων εκεί και θα σε διώξουν. Ωστόσο δεν θα σ’ αρνηθώ και πάρε την Τεγέα, για να χοροπηδάς εκεί· και τον ωραίο κάμπο μπορείς με σχοίνο (=μέτρο για τα χωράφια) να μετράς.
O Ηρόδοτος,που αναφέρει το χρησμό, συμπληρώνει παρακάτω: «Όταν οι Λακεδεμόνιοι έμαθαν την απάντηση κίνησαν εναντίον της Τεγέας, παίρνοντας μαζί τους μόνο χειροπέδες, γιατί είχαν πιστέψει τον απατηλό εκείνο χρησμό και νόμισαν πως θα υποτάξουν τους Τεγεάτες αλλά νικήθηκαν και πολλοί πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Οι Τεγεάτες τους έδεσαν με τις χειροπέδες που οι ίδιοι είχαν φέρει και τώρα μπορούσαν πια να μετρούν με το σχοίνο την πεδιάδα της Τεγέας που δούλευαν σαν σκλάβοι» (μτφρ. Β. Τάσου).
Περί τέτοιου είδους ορχήσεως, λοιπόν, επρόκειτο! Η αντιπαλότητα προς τους Σπαρτιάτες δεν σταμάτησε, βέβαια, εδώ. Κατά τους λεγόμενους Μεσσηνιακούς πολέμους, οι Αρκάδες βοηθούν τους αντιπάλους των Λακεδαιμονίων και θεωρούν την αντίθετη στάση του βασιλιά τους Αριστοκράτη τόσο προδοτική, ώστε αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους από το πολίτευμα της βασιλείας, και το αντικαθιστούν με το «κοινόν τῶν Ἀρκάδων», μια ομοσπονδία αυτόνομων πόλεων με χαλαρούς δεσμούς. (Η αλλαγή αυτή συντελέσθηκε περί το 628 π.Χ).
Γεωργία Δάλκου
- Φιλόλογος
_____________
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου